- γατίλα
- ηη μυρουδιά της γάτας: Έπαιξα πολλή ώρα με τη γάτα και μετά τα ρούχα μου μύριζαν γατίλα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.